μιξ-αίθριον

μιξ-αίθριον

μιξ-αίθριον, τό, = Vorigem, Theophr.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • μιξαίθρια — μιξαίθρια, τὰ και μιξαίθριαι, αἱ (Α) εναλλαγή καλού και κακού καιρού («ὕδατα πολλά, λάβρα, μεγάλα, χιόνες μιξαίθρια τὰ πλεῑστα», Ιπποκρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μιξ(ο) τού μίγνυμι* / μείγνυμι + αἴθριον] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”