- μεγαλειότης
μεγαλειότης, ητος, ἡ, Großartigkeit, Pracht; Ath. IV, 130 f; N. T.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μεγαλειότης, ητος, ἡ, Großartigkeit, Pracht; Ath. IV, 130 f; N. T.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μεγαλειότης — majesty fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεγαλειότησι — μεγαλειότης majesty fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεγαλειότησιν — μεγαλειότης majesty fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεγαλειότητα — μεγαλειότης majesty fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεγαλειότητας — μεγαλειότης majesty fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεγαλειότητες — μεγαλειότης majesty fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεγαλειότητι — μεγαλειότης majesty fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεγαλειότητος — μεγαλειότης majesty fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεγαλειότητα — και μεγαλειότης, η (ΑM μεγαλειότης, ητος) [μεγαλείος] 1. μεγαλοπρέπεια, εξοχότητα, λαμπρότητα, μεγαλείο («ἐξεπλήσσοντο δὲ πάντες ἐπὶ τῇ μεγαλειότητι τοῡ Θεοῡ», ΚΔ) 2. προσηγορία αυτοκρατόρων και βασιλέων («η Αυτού Μεγαλειότης ο Αυτοκράτωρ») … Dictionary of Greek
MAJESTAS — I. MAJESTAS Dea Honoris et Reverentiae filia. Ovid. l. 5. Fast. Donec Honor, placidoque decens Reverentia vultu Corpora legitimis imposuêre toris. Hinc sata Maiestas, quae mundum temperat omnem, Zuaque die Partu est edita, magna fuit. Nec mora… … Hofmann J. Lexicon universale
βασιλικός — (ocimum basilicum). Φυτό ποώδες, μονοετές, κηπευτικό, πολύ αρωματικό, της οικογένειας των χειλανθών, ύψους 25 60 εκ. Έχει κόμη λίγο ή πολύ διακλαδισμένη, φύλλα ωοειδή, μυτερά, ακέραια ή οδοντωτά, ανώμαλα στην άνω επιφάνεια, πράσινα, έντονα ή… … Dictionary of Greek