νεκρο-σῡλία

νεκρο-σῡλία

νεκρο-σῡλία, , die Plünderung der Todten, Plat. Rep. V, 469 e.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • φλεβοσυλία — ἡ, Α βλάβη τών φλεβών. [ΕΤΥΜΟΛ. < φλέψ, φλεβός + συλία (< συλος < συλῶ), πρβλ. νεκρο συλία] …   Dictionary of Greek

  • νεκροσυλία — η (Α νεκροσυλία) σύληση τού νεκρού, λαθραία αφαίρεση τών αντικειμένων που έχουν ταφεί μαζί με τον νεκρό. [ΕΤΥΜΟΛ. < νεκρ(ο) * + συλία (< συλος < συλῶ «αρπάζω, λεηλατώ»), πρβλ. θεο συλία, ιερο συλία] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”