- νευρο-πλεκής
νευρο-πλεκής, ές, von Sehnen geflochten, ποδίστραι, Philp. 8 (VI, 107), u. öfter.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
νευρο-πλεκής, ές, von Sehnen geflochten, ποδίστραι, Philp. 8 (VI, 107), u. öfter.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
χοροπλεκής — ές, ΜΑ (ποιητ. τ.) πιθ. αυτός που συγκροτεί χορούς ή αυτός που είναι συντεθειμένος με χορούς. [ΕΤΥΜΟΛ. < χορός + πλεκής (< πλέκος < πλέκω), πρβλ. νευρο πλεκής] … Dictionary of Greek