- μετεωρο-φανής
μετεωρο-φανής, ές, hoch in der Luft erscheinend, Philo.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μετεωρο-φανής, ές, hoch in der Luft erscheinend, Philo.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σαλπιγγοφανής — ές, Α όμοιος με σάλπιγγα. [ΕΤΥΜΟΛ. < σάλπιγξ, ιγγος + φανής (< φαίνω, φαίνομαι), πρβλ. μετεωρο φανής, οφθαλμο φανής] … Dictionary of Greek