- μετα-ποίησις
μετα-ποίησις, ἡ, Umarbeitung, Veränderung, bes. Erneuerung und Ausbesserung, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μετα-ποίησις, ἡ, Umarbeitung, Veränderung, bes. Erneuerung und Ausbesserung, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
Ελλάδα - Θέατρο — ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ Ένας λαός που έχει έξι πτώσεις και κλίνει τα ρήματά του με χίλιους τρόπους, έχει μια πλήρη, συλλογική και υπερχειλίζουσα ψυχή. Αυτός ο λαός, που δημιούργησε μια τέτοια γλώσσα, χάρισε τον πλούτο της ψυχής του σε όλο το… … Dictionary of Greek
σοφία — I Όνομα αγίων της Αν. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Καταγόταν από την Ιταλία. Πέθανε από τη λύπη της μετά τον μαρτυρικό θάνατο των τριών θυγατέρων της επί Αδριανού (117 138). Η μνήμη της τιμάται στις 17 Σεπτεμβρίου. 2. Λέγεται ότι είχε ιατρικές γνώσεις … Dictionary of Greek
Liste griechischer Wortstämme in deutschen Fremdwörtern — Griechische Wortstämme sind im Deutschen überwiegend in Fachausdrücken zu finden, die entweder direkt dem Griechischen entstammen oder Neubildungen sind. Von einer begrenzten Anzahl dieser Wortstämme wurden und werden zahlreiche wissenschaftliche … Deutsch Wikipedia
νόστος — ο (Α νόστος) επιστροφή ξενιτεμένου στην πατρίδα, παλινόστηση («Ὀδυσσεὺς ὤλεσε τηλοῡ νόστον Ἀχαιΐδος», Ομ. Οδ.) αρχ. 1. (γενικά) επάνοδος 2. ταξίδι, πλους 3. (για σιτάρι) σοδειά, συγκομιδή 4. (για φαγητό) νοστιμιά 5. (το αρσ. ως κύριο όν.) Νόστοι… … Dictionary of Greek
Λαμπελέτ — Επώνυμο οικογένειας (αδελφών) μουσικοσυνθετών και μουσικολόγων. 1. Γεώργιος (Κέρκυρα 1875 – Αθήνα 1945). Σπούδασε στο ωδείο της Νάπολης, στην Ιταλία. Είναι από τους πρώτους Έλληνες συνθέτες που ασχολήθηκαν σοβαρά και με επιστημονική διάθεση με το … Dictionary of Greek