- μετα-πράτης
μετα-πράτης, ὁ, der Wiederverkäufer, Höker, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μετα-πράτης, ὁ, der Wiederverkäufer, Höker, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λαγοπράτης — λαγοπράτης, ὁ (Α) αυτός που πουλάει λαγούς. [ΕΤΥΜΟΛ. < λαγώς + πράτης (< θ. πρα τού ρ. πι πράσκω «πουλώ»), πρβλ. ιχθυο πράτης, μετα πράτης] … Dictionary of Greek
παλιμπράτης — παλιμπράτης, ὁ (Α) μεταπράτης, μεταπωλητής. [ΕΤΥΜΟΛ. < πάλιν + πράτης (< πράτης < πιπράσκω «πουλώ»), πρβλ. μετα πράτης] … Dictionary of Greek