- μισθ-αρνητικός
μισθ-αρνητικός, ή, όν, um Lohn dienend, ἡ μὲν ἰατρικὴ ὑγίειαν ποιεῖ, ἡ δὲ μισϑαρνητικὴ μισϑόν, Plat. Rep. I, 346 d u. A.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μισθ-αρνητικός, ή, όν, um Lohn dienend, ἡ μὲν ἰατρικὴ ὑγίειαν ποιεῖ, ἡ δὲ μισϑαρνητικὴ μισϑόν, Plat. Rep. I, 346 d u. A.
http://www.zeno.org/Pape-1880.