μεσο-παγής

μεσο-παγής

μεσο-παγής, ές, in der Mitte befestigt, Sp., s. das Folgde.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ισοπαγής — ἰσοπαγής, ές (Α) (για χορδές) ισοπαχής, ίσου πάχους. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσ(ο) * + παγής < θ. παγ (πρβλ. ε πάγ ην τού πήγνυμι*), πρβλ. μεσο παγής, χρυσο παγής] …   Dictionary of Greek

  • νεοπαγής — ές (ΑΜ νεοπαγής, ές) 1. αυτός που στερεοποιήθηκε πρόσφατα («νεοπαγὴς ἰλύς», Πλούτ.) 2. αυτός που κτίστηκε πριν από λίγο («νεοπαγές οίκημα») νεοελλ. αυτός που συγκροτήθηκε ή ιδρύθηκε πρόσφατα («νεοπαγές κόμμα») μσν. 1. (για μοναχό) αυτός που εκάρη …   Dictionary of Greek

  • ολοπαγής — ές (Μ ὁλοπαγής, ές) ο εντελώς παγωμένος, ο τελείως πηγμένος νεοελλ. συμπαγής σε όλη του τη μάζα ή την έκταση. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὁλ(ο) * + παγής (< παγ τού πήγνυμι, πρβλ. ἐ πάγ ην), πρβλ. μεσο παγής] …   Dictionary of Greek

  • συν- — και με τις μορφές συ , συγ , συμ , συλ και συρ , ΝΜΑ α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής που ανάγεται στην πρόθεση σύν*. Η πρόθεση σύν εν συνθέσει, πριν από τα χειλικά σύμφωνα β, μ, π, φ, ψ, τρέπει το ν σε μ (πρβλ. συμ βάλλω …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”