μεσ-εγγυητής

μεσ-εγγυητής

μεσ-εγγυητής, , der Bürge (?).


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ομηρεύω — (I) ὁμηρεύω (Α) [όμηρος] 1. είμαι όμηρος ή χρησιμεύω ως όμηρος («τούς τε παῑδας ὁμηρεύειν εἰς ἀσφάλειαν πίστεως ἔδωκεν», Ηρωδιαν.) 2. μτφ. χρησιμεύω ως εγγυητής («[οἶνος] πίστιν ἀνθρώποις καὶ φιλίαν ὁμηρεύει», Ιώσ.) 3. παίρνω κάποιον ως όμηρο ή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”