μεσό-στενος

μεσό-στενος

μεσό-στενος, in der Mitte eng, Mathem. vett.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • μεσόστενος — μεσόστενος, ον (Α) αυτός που είναι στο μέσο στενός. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεσ(ο) * + στενός] …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • Γκάνα — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γκάνα Παλαιότερη ονομασία: Χρυσή Ακτή Έκταση: 238.538 τ. χλμ. Πληθυσμός: 19.361.000 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Άκρα (1.605.500 κάτ. το 2002)Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει Δ με την Ακτή Ελεφαντοστού, Β και ΒΔ… …   Dictionary of Greek

  • Ισραήλ — I Επίσημη ονομασία: Κράτος του Ισραήλ Έκταση: 20.770 τ. χλμ. Πληθυσμός: 6.029.529 (2002) Πρωτεύουσα: Ιερουσαλήμ (622.091 κάτ. το 1997) *Σημ.: Η Ιερουσαλήμ ανακηρύχθηκε μονομερώς από το Ισραήλ πρωτεύουσα το 1982, στη θέση του Τελ Αβίβ, χωρίς όμως… …   Dictionary of Greek

  • άνθρωπος — Το ανθρώπινο ον, ο πιο εξελιγμένος οργανισμός που ζει στην υδρόγειο. Homo sapiens (ά. έμφρων ή λογικός)είναι ο επιστημονικός όρος, στη συστηματική ταξινόμηση διπλής ονομασίας για το γένος (homo, ά.)και το είδος (sapiens, λογικός)στο οποίο ανήκει… …   Dictionary of Greek

  • Αλγερία — I (Αστρον.).Αστεροειδής που το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι ίσο προς 14,6, ενώ αν βρισκόταν σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τον Ήλιο και από τη Γη θα είχε φαινόμενο μέγεθος 10,5. II Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • αίμα — Ρευστός ιστός του οποίου τα στερεά κυτταρικά στοιχεία αιωρούνται σε μια ροώδη μεσοκυττάρια ουσία, που ονομάζεται πλάσμα. Κυκλοφορεί σε ένα σύστημα αγγείων, το κυκλοφορικό σύστημα, και αντιπροσωπεύει για τα ανώτερα ζώα το μέσο με το οποίο… …   Dictionary of Greek

  • ακρωτήρι — I Πεδινός οικισμός (υψόμ. 120 μ., 450 κάτ.) της Σαντορίνης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Θήρας του νομού Κυκλάδων. Βρίσκεται στο νοτιοδυτικό άκρο του νησιού. Στην περιοχή, από ανασκαφές που άρχισαν το 1967 και συνεχίζονται ακόμη, ανακαλύφθηκε… …   Dictionary of Greek

  • κενός — ή, ό (ΑΜ κενός, ή, όν, Α αιολ., ιων. και ποιητ. τ. κεινός, επικ. τ. κενεός και αιολ. τ. κέννος) 1. αυτός που δεν περιέχει κάτι, άδειος, κούφιος 2. μτφ. μάταιος, άσκοπος, ανώφελος, ανεκπλήρωτος, αστήρικτος (α. «κενά λόγια», β. «κενές υποσχέσεις»)… …   Dictionary of Greek

  • στρογγυλός — ή, ό / στρογγύλος, η, ον ΝΜΑ, και στρόγγυλος και στρογγύλος, η, ο, Ν 1. κυκλικός ή σφαιρικός («πότερον ἡ γῆ πλατεῑά ἐστιν ἤ στρογγύλη;», Πλάτ.) 2. (για λόγο ή για έκφραση) σαφής, απερίφραστος, συμπυκνωμένος (α. «στρογγυλά λόγια» λόγια σταράτα β.… …   Dictionary of Greek

  • υδροδυναμική — (ή δυναμική των ασυμπίεστων ρευστών). Η υδροδυναμική εξετάζει την κίνηση των υγρών, και ιδιαίτερα του νερού, σε συνδυασμό προς τις δυνάμεις που επενεργούν πάνω σ’ αυτά. Η κίνηση ενός υγρού κατά μήκος ορισμένης διαδρομής, δηλαδή η ροή, υπόκειται… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”