δέκατος — tenth masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δέκατος — η, ο (AM δέκατος, η, ον) Ι. αυτός που έχει τον αριθμό δέκα στην αρίθμηση κατά σειρά II. το θηλ. ως ουσ. η δέκατη και η δεκάτη (AM δεκάτη) 1. η δέκατη μέρα τού μήνα 2. το ένα δέκατο ποσότητας προϊόντων ή άλλων αγαθών 3. προσφορά τού ενός δεκάτου… … Dictionary of Greek
δέκατος — η, ο τακτ. αριθμ. επίθ. 1. αυτός που στη σειρά βρίσκεται στον αριθμό δέκα: Ήρθε δέκατος στις εισαγωγικές εξετάσεις. 2. το ουδ. ως ουσ., δέκατο το καθένα από τα δέκα ίσα μέρη ενός διαιρεμένου πράγματος: Το ένα δέκατο του πληθυσμού είναι αλλοεθνείς … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
δεκάτω — δέκατος tenth masc/neut nom/voc/acc dual δέκατος tenth masc/neut gen sg (doric aeolic) δεκά̱τω , δεκάω pres imperat act 3rd sg δεκατόω take tithe of pres imperat act 2nd sg (doric aeolic) δεκατόω take tithe of imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεκάτων — δέκατος tenth fem gen pl δέκατος tenth masc/neut gen pl δεκά̱των , δεκάω pres imperat act 3rd pl δεκά̱των , δεκάω pres imperat act 3rd dual δεκατόω take tithe of imperf ind act 3rd pl (doric aeolic) δεκατόω take tithe of imperf ind act 1st sg… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δέκατον — δέκατος tenth masc acc sg δέκατος tenth neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεκάταις — δέκατος tenth fem dat pl δεκάτη fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεκάτη — δέκατος tenth fem nom/voc sg (attic epic ionic) δεκάτη fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεκάτην — δέκατος tenth fem acc sg (attic epic ionic) δεκάτη fem acc sg (attic epic ionic) δεκά̱την , δεκάω imperf ind act 3rd dual (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεκάτης — δέκατος tenth fem gen sg (attic epic ionic) δεκάτη fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεκάτοιο — δέκατος tenth masc/neut gen sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)