μασχαλιστήρ

μασχαλιστήρ

μασχαλιστήρ, ῆρος, ὁ, eigtl. der Schulterriemen am Pferde, der über die Schultern geht u. mit dem Halsriemen des Joches, λέπαδνον, zusammenhängt, übh. Gurt, ἀμφὶ πλευραῖς μασχαλιστῆρας βάλε, Aesch. Prom. 71; eine Art Gurt od. Band ist es auch bei Her. 1, 215; vgl. Poll. 5, 16.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • μασχαλιστήρ — girth passing round the horse behind his shoulders masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μασχαλιστῆρα — μασχαλιστήρ girth passing round the horse behind his shoulders masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μασχαλιστῆρας — μασχαλιστήρ girth passing round the horse behind his shoulders masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μασχαλιστῆρες — μασχαλιστήρ girth passing round the horse behind his shoulders masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μασχαλιστῆρι — μασχαλιστήρ girth passing round the horse behind his shoulders masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ТЕАТРАЛЬНЫЕ ПРЕДСТАВЛЕНИЯ —    • Ludi scaenici.          Т. представления в древности, как в Афинах, так и в Риме, не были в частных руках; ими заведовало государство, хотя исполнение в каждом отдельном случае предоставлялось частным лицам. В Афинах представления трагедий и …   Реальный словарь классических древностей

  • ένλιθος — ἔνλιθος, ον (Α) [λίθος] (για κοσμήματα) διακοσμημένος με πολύτιμους λίθους («μασχαλιστὴρ ἔνλιθος», πάπ.) …   Dictionary of Greek

  • αναμασχαλιστήρ — ἀναμασχαλιστήρ ( ῆρος), ο (Α) [μασχαλιστήρ] ράντα στον ώμο γυναικείου φορέματος …   Dictionary of Greek

  • μασχαλιστήρας — ο (Α μασχαλιστήρ, ῆρος) νεοελλ. ναυτ. 1. το άμβολο, η λαπάτσα 2. σύσπαστο τού οποίου ο τρόχιλος ενώνεται με διπλή αρπάγη για σταθεροποίηση τής άγκυρας στα πλευρά τού πλοίου, κν. πεσκαδούρος αρχ. 1. πλατύς ιμάντας που περιζώνει το άλογο πίσω από… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”