- πυρίᾱσις
πυρίᾱσις, ἡ, das Erwärmen durch ein trockenes Schwitzbad, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πυρίᾱσις, ἡ, das Erwärmen durch ein trockenes Schwitzbad, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πυρίασις — άσεως, ἡ, Α [πυριῶ] θέρμανση από ατμόλουτρο, από πυρία* … Dictionary of Greek
πυριάσει — πυρίασις warming by a vapour bath fem nom/voc/acc dual (attic epic) πυριάσεϊ , πυρίασις warming by a vapour bath fem dat sg (epic) πυρίασις warming by a vapour bath fem dat sg (attic ionic) πυριά̱σει , πυριάω put aor subj act 3rd sg (attic epic… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πυριάσεις — πυρίασις warming by a vapour bath fem nom/voc pl (attic epic) πυρίασις warming by a vapour bath fem nom/acc pl (attic) πυριά̱σεις , πυριάω put aor subj act 2nd sg (attic epic doric) πυριά̱σεις , πυριάω put fut ind act 2nd sg (attic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πυριάσεσι — πυρίασις warming by a vapour bath fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πυριάσεσιν — πυρίασις warming by a vapour bath fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φυκίασις — άσεως, ἡ, Α πιθ. πυρίασις* … Dictionary of Greek
πυριάσεων — πυριάσεω̆ν , πυρίασις warming by a vapour bath fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πυριάσεως — πυριάσεω̆ς , πυρίασις warming by a vapour bath fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)