- εἱμαρτός
εἱμαρτός, durchs Schicksal bestimmt, Plut. Alex. 30.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
εἱμαρτός, durchs Schicksal bestimmt, Plut. Alex. 30.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ειμαρτός — εἱμαρτός, ή, όν (Α) προκαθορισμένος από τη μοίρα … Dictionary of Greek
εἱμαρτός — fixed by fate masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἱμαρτά — εἱμαρτός fixed by fate neut nom/voc/acc pl εἱμαρτά̱ , εἱμαρτός fixed by fate fem nom/voc/acc dual εἱμαρτά̱ , εἱμαρτός fixed by fate fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἱμαρτόν — εἱμαρτός fixed by fate masc acc sg εἱμαρτός fixed by fate neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἱμαρτοῦ — εἱμαρτός fixed by fate masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἱμαρτούς — εἱμαρτός fixed by fate masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἱμαρτῆς — εἱμαρτός fixed by fate fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἱμαρτῇ — εἱμαρτός fixed by fate fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἱμαρτή — εἱμαρτός fixed by fate fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἱμαρτήν — εἱμαρτός fixed by fate fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)