- εἰς-κυλίω
εἰς-κυλίω, hineinwälzen, ϑαλάσσῃ Call. Del. 33; übertr., ἑαυτὸν ἐς πράγματα, sich verwickeln, Ar. Th. 651, vgl. 767.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
εἰς-κυλίω, hineinwälzen, ϑαλάσσῃ Call. Del. 33; übertr., ἑαυτὸν ἐς πράγματα, sich verwickeln, Ar. Th. 651, vgl. 767.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κυλίεις — κυλί̱εις , κυλίω roll pres ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ολοοίτροχος — ὀλοοίτροχος και ὀλοίτροχος και ὁλοίτροχος, ὁ (Α) 1. στρογγυλός και κυλινδρικός ογκώδης λίθος σαν αυτούς που οι πολιορκούμενοι κυλούσαν κατά τών πολιορκητών («προσιόντων τῶν βαρβάρων πρὸς τὰς πύλας ὀλοιτρόχους ἀπίεσαν», Ηρόδ.) 2. ως επίθ.… … Dictionary of Greek