εὐ-ᾱής

εὐ-ᾱής

εὐ-ᾱής, ές, gut durchweht, χῶρος Hes. O. 599; – günstig wehend, ἀνέμων πνοαί Eur. Hel. 1020; πνεῦμα Her. 2, 117; übertr., übh. günstig, ὕπνε, εὐαὴς ἡμῖν ἔλϑοις Soph. Phil. 817.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • άης — ο ο άγιος* ορθότ. γραφή άις …   Dictionary of Greek

  • ἄης — ἄ̱ης , ἄημι va´ti imperf ind act 2nd sg (epic doric aeolic) ἄημι va´ti pres ind act 2nd sg (epic doric aeolic) ἄημι va´ti imperf ind act 2nd sg (epic doric aeolic) ἄ̱ης , ἀάω hurt imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ευαής — εὐαής, ές (Α) 1. ευάερος, δροσερός 2. (για άνεμο) αυτός που πνέει ευνοϊκά, ο ούριος 3. ευνοϊκός, ευμενής, ωφέλιμος, ευχάριστος (και με επιρρ. σημ.) («Ὕπνε... εὐαὲς ἡμῑν ἔλθοις», Σοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + αής (< άημι «φυσώ»), πρβλ. δυσ αής,… …   Dictionary of Greek

  • πολυαής — ές, Α αυτός που πνέει πολύ ή δυνατά. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + ᾱής (< ἄημι «πνέω δυνατά, φυσώ»), πρβλ. βαρυ αής, δυσ αής. Το μακρό ᾱ τού β συνθετικού πιθ. με έκταση λόγω συνθέσεως ή για μετρικούς λόγους] …   Dictionary of Greek

  • υπεραής — ές, Α (για θυελλώδη άνεμο) αυτός που πνέει με μεγάλη σφοδρότητα από πάνω. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ * + αής (< ἄημι «φυσώ», πιθ. μέσω ενός σιγμόληκτου ουδ., πρβλ. τον τ. τού Ησύχ. ἄος πνεῦμα), πρβλ. δυσ αής, εὐ αής] …   Dictionary of Greek

  • άημι — ἄημι (Α) Ι ενεργ. 1. (κυρίως για ανέμους) φυσώ, πνέω 2. αναπνέω, εισπνέω παθ. ἄημαι 1. χτυπιέμαι, δέρνομαι ή καταβάλλομαι από τον άνεμο 2. (για ήχους) μεταφέρομαι, διαδίδομαι με τον αέρα 3. αμφιταλαντεύομαι, φέρομαι εδώ κι εκεί από αμφιβολία ή… …   Dictionary of Greek

  • ευκραής — εὐκραής, ές (ΑΜ) (Α επίκ. τ. ἐϋκραής) μσν. (για ψυχή) αυτός που έχει σεμνότητα αρχ. 1. (για άνεμο) ήπιος, μέτριος, ελαφρός («εὐκραὴς ἀήρ», Θεόφρ.) 2. (για κλίμα) εύκρατος, μαλακός («εὐκραεῑς τόποι», Αριστοτ.) 3. (για έρωτα) σεμνός, μετρημένος.… …   Dictionary of Greek

  • Agios Dometios — Infobox City official name = Agios Dhometios website = [http://www.agiosdhometios.org.cy http://www.agiosdhometios.org.cy] subdivision type = District subdivision name = Nicosia TotalArea sq mi = area total = leader title = Mayor leader name =… …   Wikipedia

  • άι(ς) — ο ο άγιος*, ορθότ. γραφή αντί άης …   Dictionary of Greek

  • αλιαής — ἁλιαής, ὲς (Α) άνεμος που πνέει προς τη θάλασσα ή πάνω από τη θάλασσα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἁλι * (< ἅλς) + αὴς (< πιθ. ἄος) < ἄημι «πνέω δυνατά, φυσώ»] …   Dictionary of Greek

  • βαρυαής — βαρυαής, ές (Α) 1. φρ. «βαρυαής ὕπνος» ύπνος με βαρύ φύσημα 2. αυτός που αναδίδει δυνατή οσμή. [ΕΤΥΜΟΛ. < βαρύς + αής < άημι «πνέω δυνατά, φυσώ» (πρβλ. ακραής, αλιαής κ.ά.)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”