- εὐ-ημονία
εὐ-ημονία, ἡ, das gute Werfen, Treffen (ἥμων), Hesych.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
εὐ-ημονία, ἡ, das gute Werfen, Treffen (ἥμων), Hesych.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ευημονία — εὐημονία, ἡ (Α) η επιδεξιότητα στην επιτυχία τού στόχου, η ευστοχία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + ημονία (< ήμων «αυτός που ρίχνει» < ίημι «ρίχνω»)] … Dictionary of Greek