- εὐ-γραφής
εὐ-γραφής, ές, 1) schön geschrieben, gemalt, ἔργον Leon. Al 12 (VI, 221). – 21 schön schreibend, κάλαμοι Paul. Sil. 52 (VI, 66).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
εὐ-γραφής, ές, 1) schön geschrieben, gemalt, ἔργον Leon. Al 12 (VI, 221). – 21 schön schreibend, κάλαμοι Paul. Sil. 52 (VI, 66).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
γραφής — masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
γραφῆς — γραφεύς painter masc nom pl γραφεύς painter masc nom/voc pl γραφή representation by means of lines fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
γράφης — γράφω scratch aor ind pass 2nd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
γράφῃς — γράφω scratch pres subj act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
γραφοῦ — γραφής masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
γράφηις — γράφῃς , γράφω scratch pres subj act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παλαιογραφία — Επιστήμη η οποία με βάση τα παλιά χειρόγραφα μελετά την εξέλιξη της γραφής. Η π. εμφανίστηκε τον 17o αι. ως κλάδος της διπλωματικής και είχε ως σκοπό την ταξινόμηση των ποικίλλων τύπων γραφής χρονολογικά και μορφολογικά, ώστε να είναι ευχερής ο… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Γλώσσα — ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Η ελληνική γλώσσα είναι μια από τις αρχαιότερες γλώσσες στον κόσμο και οπωσδήποτε η παλαιότερη ζωντανή γλώσσα στην Ευρώπη. Σε αντίθεση με άλλες αρχαίες γλώσσες που χάθηκαν μαζί με τους λαούς που τις μιλούσαν, όπως η… … Dictionary of Greek
κρήτη — I Νησί (8.331 τ. χλμ., 601.131 κάτ.) της νοτιοανατολικής Μεσογείου, σε απόσταση περίπου 100 χλμ. ΝΑ της Πελοποννήσου. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σε έκταση νησί της Ελλάδας (δεύτερο είναι η Εύβοια με έκταση 3.658 τ. χλμ.), το πέμπτο της Μεσογείου … Dictionary of Greek
γραφολογία — Τεχνική που αποτελείται από ένα σύνολο κανόνων και επιτρέπει σε άτομα, ιδιαιτέρως ικανά και πεπειραμένα, να περιγράφουν πλευρές της προσωπικότητας με βάση την ανάλυση της αυθόρμητης γραφής. Όπως το βάδισμα, η στάση του σώματος, η μιμική και όλες… … Dictionary of Greek
γραμμική γραφή — Αρχαία συλλαβογραφική γραφή που χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι της Κρήτης. Διακρίνεται σε γ.γ. Α και σε γ.γ. Β. γ. γ. A. Η γραφή αυτή ήταν σε χρήση από τον 18o έως τον 15o αι. π.Χ. Τη χρησιμοποιούσαν για τις εμπορικές τους συναλλαγές και τη γραφή… … Dictionary of Greek