εὐρυ-λείμων

εὐρυ-λείμων

εὐρυ-λείμων, ωνος, mit breiten Wiesen, Λιβύα Pind. P. 9, 55.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • φιλολείμων — ωνος, ὁ, ἡ, Μ (για ζώο) αυτός που τού αρέσουν τα λιβάδια. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + λειμών, ῶνος (πρβλ. εὐρυ λείμων)] …   Dictionary of Greek

  • ευρυλείμων — εὐρυλείμων, ωνος, ὁ (Α) αυτός που έχει ευρύχωρα, πλατιά λιβάδια. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευρυ * + λειμών] …   Dictionary of Greek

  • εύλειμος — εὔλειμος, ον (Α) ευλείμων* («σῑγα δ εὔλειμος νάπη φύλλ εἶχε», Ευρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + * λειμος (< λειμών «λιβάδι»), πρβλ. ευρύ λειμος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”