κομβίον

κομβίον

κομβίον, τό, dim. zu κόμβος, VLL. u. Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κομβίον — buckle neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κομβία — κομβίον buckle neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κομβίοις — κομβίον buckle neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κομβίου — κομβίον buckle neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κομβίων — κομβίον buckle neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κομβίῳ — κομβίον buckle neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αποκόμβιον — ἀποκόμβιον κ. κόμπιον, το (Μ) 1. βαλάντιο, πουγγί 2. εκκλ. προσφορά (δινόταν μέσα σε μεταξωτό σακούλι που λεγόταν κομβίον). [ΕΤΥΜΟΛ. < απο * + κομβίον < κόμβος «το πουγγί»] …   Dictionary of Greek

  • κουμπί — και κομπί, το (ΑM κομβίον) νεοελλ. 1. μικρό κομμάτι από μέταλλο, κόκαλο, πλαστικό ή άλλη ύλη, κυκλικό συνήθως, αλλά και με διάφορα άλλα σχήματα, που στερεώνεται σε ρούχα ή παπούτσια και μπαίνει σε ανάλογη με το μέγεθός του σχισμή ή θηλειά για να… …   Dictionary of Greek

  • -ιος — ια, ιο(ν) η κατάλ. ιος (μαζί με τις επαυξημένες μορφές της) είναι μία από τις παραγωγικότερες τής ελλ. γλώσσας καθ όλη τη διάρκεια τής ιστορίας της. Συγκεκριμένα, μαρτυρούνται συνολικά 2.996 λέξεις σε ιος, εκ τών οποίων 295 είναι κοινές, 2.261… …   Dictionary of Greek

  • επικόμβια — ἐπικόμβια και ἐπικόμπια, τὰ (Μ) [κομβίον] 1. χρυσά ή ασημένια νομίσματα που έριχναν στον λαό δεμένα μέσα σε κόμπους μαντηλιών την ημέρα τής στέψεως τού αυτοκράτορα 2. γεν. κομποδέματα, μαντήλια, μέσα στα οποία έδεναν χρήματα σε κόμπους …   Dictionary of Greek

  • κομβίο — το (AM κομβίον) βλ. κουμπί …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”