κομμωτικός

κομμωτικός

κομμωτικός, zum Putzen, Schmücken, Schminken gehörig; ἡ κομμωτική, sc. τέχνη, die Kunst sich zu putzen, Plat. Gorg. 465 b u. Sp.; immer mit tadelnder Nebenbedeutung, auch bei Rhett., κομμωτικὸν κάλλος τοῦ λόγου. – Auch adv., κομμωτικῶς καὶ ἐψιμυϑισμένως ἔχει Schol. Ar. Plut. 1064.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κομμωτικός — of masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κομμωτικός — ή, ό (AM κομμωτικός ή, όν) [κομμώ (II)] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην περιποίηση και στον καλλωπισμό τής κόμης νεοελλ. το θηλ. ως ουσ.) η κομμωτική η τέχνη τού κομμωτή μσν. αρχ. (για ύφος) αυτός που έχει καλλιέπεια («οὐ μεῑον ταῑς ἐννοίαις… …   Dictionary of Greek

  • κομμωτικός — ή, ό 1. αυτός που αναφέρεται στην κόμμωση. 2. το θηλ., κομμωτική ως ουσ., σημαίνει την τέχνη του κομμωτή …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κομμωτικά — κομμωτικός of neut nom/voc/acc pl κομμωτικά̱ , κομμωτικός of fem nom/voc/acc dual κομμωτικά̱ , κομμωτικός of fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κομμωτικῶν — κομμωτικός of fem gen pl κομμωτικός of masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κομμωτικόν — κομμωτικός of masc acc sg κομμωτικός of neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κομμωτικαῖς — κομμωτικός of fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κομμωτικοῖς — κομμωτικός of masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κομμωτικοῦ — κομμωτικός of masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κομμωτικῆς — κομμωτικός of fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κομμωτικῇ — κομμωτικός of fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”