- κοσμο-τρόφος
κοσμο-τρόφος, welternährend, Maneth. 1, 2.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κοσμο-τρόφος, welternährend, Maneth. 1, 2.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
Ελλαδα - Μυθολογία — ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ Το μυθολογικό υλικό είναι αποτέλεσμα της προσπάθειας των αρχαίων κοινωνιών να ερμηνεύσουν τον κόσμο, τη ζωή και τις σχέσεις των ανθρώπων. Οι ελληνικοί μύθοι αποτελούν μια κοινωνική, συλλογική προσπάθεια κατανόησης και… … Dictionary of Greek
κοσμοτρόφος — κοσμοτρόφος, ον (ΑM) αυτός που διατρέφει τον κόσμο («κατῆρχε γῆς τῆς θαυμαστῆς, καλλίστης κοσμοτρόφου», Βί. Αλεξ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κοσμ(ο) * + τροφος (< τρέφω), πρβλ. ιππο τρόφος, κουρο τρόφος] … Dictionary of Greek