πρίαμαι

πρίαμαι

(πρίαμαι) kaufen, nur im aor. ἐπριάμην, πριαίμην, πρίασϑαι u. s. w. vorkommend; Hom. hat nur die dritte Person sing. ind., τήν ποτε Λαέρτης πρίατο Od. 1, 430. u. öfter, πὰρ δ' ἄρα μιν Ταφίων πρίατο κτεάτεσσιν ἑοῖσιν, 14, 452; so auch Pind., πρίατο ϑανάτοιο κομιδάν, P. 6, 39, mit dem Tode erkaufen; οὐκ ἂν πριαίμην οὐδενὸς λόγου βροτόν, ὅςτις κεναῖσιν ἐλπίσιν ϑερμαίνεται, Soph. Ai. 472; Eur.; Ar., πρίω u. πρίασο, Ach. 34. 835; πόσου πρίωμαί σοι τοῦτο; 777. In Prosa : ὠνήν, Andoc. 1, 92; dingen, miethen, pachten, τέλος, 1, 93, Σκύϑας, 3, 5; παρά τινος, μὴ δοῠναι δίκην, 3, 38; ὅπλα, Lys. 19, 21, dem μισϑοῠσϑαι entsprechend; Ggstz ἀποδόσϑαι, Plat. Rep. I, 333 b u. öfter; πρίασϑαι τὴν καπίϑην τεττάρων σίγλων, Xen. An. 1, 5, 6; οὐκ ἂν πρίαιό γε παμπόλλου, Cyr. 8, 4, 23, möchtest du nicht viel darum geben? λέγεται ἐπιστάτην εἰς τἀργυρεῖα πρίασϑαι ταλάντου, Mem. 2, 5, 2; oft bei den Rednern u. Folgdn. Auch die Richter, d. i. bestechen, Dem. 7, 7. – (Scheint verwandt mit περάω, περνάω, πιπρά-σκω.)


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πρίαμαι — buy pres ind mid 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρίαμαι — Α (αποθ. ρ. εύχρ. μόνον ως αόρ. α ἐπριάμην τού ρ. ὠνοῡμαι, έομαι) 1. αγοράζω κάτι σε μια ορισμένη τιμή («καὶ πρίασθαι... τὴν καπίθην ἀλεύρων ἢ ἀλφίτων τεττάρων σίγλων», Ξεν.) 2. πληρώνω τα τέλη, τους φόρους πόλεως 3. (σχετικά με δούλο) μισθώνω… …   Dictionary of Greek

  • πρίασθε — πρίαμαι buy pres imperat mid 2nd pl πρίαμαι buy pres ind mid 2nd pl πρίαμαι buy imperf ind mid 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πριαμένων — πρίαμαι buy pres part mid fem gen pl πρίαμαι buy pres part mid masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πριάμενον — πρίαμαι buy pres part mid masc acc sg πρίαμαι buy pres part mid neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρίαμ' — πρίαμαι , πρίαμαι buy pres ind mid 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρίασο — πρίαμαι buy pres imperat mid 2nd sg πρίαμαι buy imperf ind mid 2nd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρίω — πρίαμαι buy pres imperat mid 2nd sg πρίαμαι buy imperf ind mid 2nd sg (homeric ionic) πρί̱ω , πρίω pres subj act 1st sg πρί̱ω , πρίω pres ind act 1st sg πριόω pres imperat act 2nd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρίῃ — πρίαμαι buy pres subj mid 2nd sg πρίαμαι buy pres ind mid 2nd sg (ionic) πρί̱ῃ , πρίω pres subj mp 2nd sg πρί̱ῃ , πρίω pres ind mp 2nd sg πρί̱ῃ , πρίω pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πριαμένη — πρίαμαι buy pres part mid fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πριαμένην — πρίαμαι buy pres part mid fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”