κοπτάριον

κοπτάριον

κοπτάριον, τό, dim. von κοπτή, Medic., von Arzneien in Form kleiner Kuchen.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κοπτάριον — κοπτάριον, τὸ (Α) [κοπτή (Ι)] 1. είδος ιατρικού τονωτικοὺ παρασκευάσματος τών αρχαίων από αμύγδαλα φρυγμένα και τριμμένα, μαζί με μέλι, πιπέρι και άλλες αρωματικές και διεγερτικές ουσίες 2. μαλακτικό τής κοιλιάς με τριμμένο αμύγδαλο, νίτρο,… …   Dictionary of Greek

  • κοπτάριον — lozenge neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοπτάρια — κοπτάριον lozenge neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”