- κνάμπτω
κνάμπτω, altatt. = γνάμπτω.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κνάμπτω, altatt. = γνάμπτω.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κνάμπτω — wrought pres subj act 1st sg κνάμπτω wrought pres ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κνάμπτω — (Α) βλ. κνάπτω … Dictionary of Greek
κνάμψω — κνάμπτω wrought aor subj act 1st sg κνάμπτω wrought fut ind act 1st sg κνάμπτω wrought aor ind mid 2nd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κνάμπτει — κνάμπτω wrought pres ind mp 2nd sg κνάμπτω wrought pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κναμπτομένου — κνάμπτω wrought pres part mp masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κναμφθέντος — κνάμπτω wrought aor part pass masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κνάμπτειν — κνάμπτω wrought pres inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κνάμπτεται — κνάμπτω wrought pres ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κνάμπτοιτο — κνάμπτω wrought pres opt mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κνάμπτομαι — κνάμπτω wrought pres ind mp 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κνάμπτοντες — κνάμπτω wrought pres part act masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)