καλ-ήμερος

καλ-ήμερος

καλ-ήμερος, der einen guten Tag hat, Pallad. 143 (IX, 508).


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ισήμερος — ἰσήμερος, ον (Α) αυτός που διαρκεί ίσο χρόνο, αυτός που έχει τις ίδιες ημέρες. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσ(ο) * + ήμερος (< ἡμερα), πρβλ. εφ ήμερος, καλ ήμερος] …   Dictionary of Greek

  • καλήμερος — καλήμερος, ον (Α) αυτός που έχει καλές, ευτυχισμένες μέρες, δηλ. ευτυχισμένη ζωή. [ΕΤΥΜΟΛ. < καλ(ο) * + ήμερος (< ἡμέρα), πρβλ. μακρο ήμερος, ολο ήμερος] …   Dictionary of Greek

  • ημεροσύνη — και μεροσύνη, η 1. ημέρωμα, κατευνασμός 2. γαλήνη, ομόνοια. [ΕΤΥΜΟΛ. < ήμερος + κατάλ. (ο)σύνη (πρβλ. δικαι οσύνη, καλ οσύνη)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”