- καλλι-τράπεζος
καλλι-τράπεζος, mit schöner Tafel; Amips. bei Ath. VI, 270 f; Ἰωνία Callias ib. XII, 524 f.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
καλλι-τράπεζος, mit schöner Tafel; Amips. bei Ath. VI, 270 f; Ἰωνία Callias ib. XII, 524 f.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θεοτράπεζος — θεοτράπεζος, ον (Μ) αυτός που ανήκει στο τραπέζι τού θεού. [ΕΤΥΜΟΛ. < θεο * + τραπεζος (< τράπεζα), πρβλ. καλλι τράπεζος, ομο τράπεζος] … Dictionary of Greek
ισοτράπεζος — ἰσοτράπεζος, ον (Α) αυτός που έχει μέγεθος ίσο με το μέγεθος τραπεζιού. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσ(ο) * + τράπεζος (< τράπεζα), πρβλ. καλλι τράπεζος, φιλο τράπεζος] … Dictionary of Greek