καλό-θριξ

καλό-θριξ

καλό-θριξ, τριχος, = καλλί-ϑριξ, Hdn. epim. 16.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ομοιόθριξ — ὁμοιόθριξ, τριχος, ὁ, ἡ (Μ) αυτός που έχει όμοιες τρίχες με κάποιον. [ΕΤΥΜΟΛ. < ομοι(ο) * + θρίξ, τριχός (πρβλ. καλό θριξ)] …   Dictionary of Greek

  • ομόθριξ — ὁμόθριξ, τριχος, ὁ, ἡ (Α) αυτός που έχει όμοιες τρίχες με άλλον. [ΕΤΥΜΟΛ. < ομ(ο) * + θρίξ, τριχός (πρβλ. καλό θριξ)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”