- προ-βώμιος
προ-βώμιος, vor dem Altar; σφαγαί, Eur. Ion 376; vgl. Ζηνὸς ἐκ προβωμίων, Heracl. 80, der Raum vor dem Altar.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
προ-βώμιος, vor dem Altar; σφαγαί, Eur. Ion 376; vgl. Ζηνὸς ἐκ προβωμίων, Heracl. 80, der Raum vor dem Altar.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
προβώμιος — ον, Α 1. αυτός που βρίσκεται πριν από τον βωμό ή αυτός που γίνεται μπροστά σε βωμό («φράζειν ἅ μὴ θέλουσιν ή προβωμίοις σφαγαῑσι μήλων ἢ δι οἰκνῶν πτεροῑς», Ευρ.) 2. ο τοποθετημένος πριν από άλλους σε βωμό ως προκαταρκτική θυσία 3. (το ουδ. πληθ … Dictionary of Greek