προ-άγνῡμι

προ-άγνῡμι

προ-άγνῡμι (s. ἄγνυμι), vorher, vorn abbrechen; als tmesis rechnet man hierher Od. 5, 385, πρὸ δὲ κύματ' ἔαξεν.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • προάγνυμι — Α συντρίβω, τσακίζω κάτι πρωτύτερα, πριν ή εκ τών προτέρων. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + ἄγνυμι «θραύω, συντρίβω, σπάζω»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”