- γιγγραντός
γιγγραντός, auf dem γίγγρας gespielt, μέλη Axionic. bei Ath. IV, 174 f.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
γιγγραντός, auf dem γίγγρας gespielt, μέλη Axionic. bei Ath. IV, 174 f.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
γιγγραντός — γιγγραντός, ή, όν (Α) [γίγγρος] (για μουσικές μελωδίες) αυτός που έχει συντεθεί για να εκτελεσθεί με γίγγρα … Dictionary of Greek
γιγγραντά — γιγγραντός composed for the neut nom/voc/acc pl γιγγραντά̱ , γιγγραντός composed for the fem nom/voc/acc dual γιγγραντά̱ , γιγγραντός composed for the fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)