- γεω-χαρής
γεω-χαρής, ές, sich der Erde freuend, Iulian., Eust.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
γεω-χαρής, ές, sich der Erde freuend, Iulian., Eust.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
γεωχαρής — ές (AM γεωχαρής, ές) (για φυτά) εκείνος τού οποίου οι βλαστοί αναπτύσσονται έρποντας πάνω στο χώμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < γεω (< γη) + χαρής (< *χάρος) < χαίρω (πρβλ. επιχαρής, περιχαρής) … Dictionary of Greek