κερᾱτο-φόρος

κερᾱτο-φόρος

κερᾱτο-φόρος, = κεραςφόρος; Arist. H. A. 2, 1 u. öfter; Opp. Cyn. 2, 489.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ναματοφόρος — ναματοφόρος, ον (Α) (μτφ. για τον Χριστό) αυτός που φέρει το ζων ύδωρ. [ΕΤΥΜΟΛ. < νᾶμα, ατος + φόρος (< φέρω), πρβλ. δορατο φόρος, κερατο φόρος] …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”