κατά-θιξις

κατά-θιξις

κατά-θιξις, , das Berühren, bei Plut. Symp. 6, 2, 2 f. L. für κατὰ ϑίξιν.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • θίξις — θίξις, ἡ (Α) [θιγγάνω] 1. πλησίασμα, άγγιγμα, προσέγγιση, ψηλάφηση («ἄχρι τῆς Ἐρυθρᾱς θαλάσσης κατὰ θίξιν» μέχρι την Ερυθρά θάλασσα, την οποία πλησιάζουμε, Βέττ. Βαλ.) 2. μτφ. (για τον νου) αντίληψη 3. φρ. «ὁ κατὰ θίξιν περισκυθισμός» εγχείρηση… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”