κατ-ουδαῖος

κατ-ουδαῖος

κατ-ουδαῖος, unter dem Boden, unterirdisch; βόϑρον H. h. Merc. 112; γίγας, vom Riesen Briareus, Callim. Del. 142; φόβοι, Furcht vor den Unterirdischen, Ath. III, 98 b.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • υπουδαίος — αία, ον, Α κάτω από το χώμα, υποχθόνιος («τὸν δὲ Κρόνον ἡγοῡνται θεὸν ὑπουδαῑον», Πλούτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + οὐδαῖος «υπόγειος, υποχθόνιος» (< οὖδας «έδαφος»), πρβλ. κατ ουδαῖος] …   Dictionary of Greek

  • κατουδαίος — κατουδαῑος, ον (Α) αυτός που βρίσκεται κάτω από το έδαφος, υπόγειος. [ΕΤΥΜΟΛ. «Σύνθ. εκ συναρπαγής» από φρ. κατ οὖδας «κάτω από το έδαφος» ή < κατ(α) * + οὐδαῖος (< οὖδας «χώμα»)] …   Dictionary of Greek

  • Ελλαδα - Μυθολογία — ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ Το μυθολογικό υλικό είναι αποτέλεσμα της προσπάθειας των αρχαίων κοινωνιών να ερμηνεύσουν τον κόσμο, τη ζωή και τις σχέσεις των ανθρώπων. Οι ελληνικοί μύθοι αποτελούν μια κοινωνική, συλλογική προσπάθεια κατανόησης και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”