- κατα-κύλισμα
κατα-κύλισμα, τό, das Umgewälzte, die Umwälzung, Eust.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κατα-κύλισμα, τό, das Umgewälzte, die Umwälzung, Eust.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κύλιση — Η κίνηση ενός σώματος σε επιφάνεια, η οποία χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι διάφορα σημεία του σώματος βρίσκονται διαδοχικά σε επαφή με την επιφάνεια κ. του σώματος. Στην περίπτωση μιας σφαίρας υπάρχει σε κάθε στιγμή μόνο ένα σημείο επαφής… … Dictionary of Greek
Ρολάν, Ρομέν — (Rolland, Κλαμεσί, Νιεβρ 1866 – Βεζελέ, Iόν 1944). Γάλλος συγγραφέας. Αφιέρωσε το έργο του και τη ζωή του στη διάδοση ενός ουμανιστικού πιστεύω ειρήνης και αδελφοσύνης, για το οποίο ζήτησε να βρει στηρίγματα (όχι χωρίς κάποιο ιδεαλιστικό… … Dictionary of Greek
αλίνδησις — ἀλίνδησις ( εως), η (Α) [ἀλινδῶ] κύλισμα στη σκόνη (η λ. δηλώνει συγκεκριμένα είδος πάλης, κατά την οποία οι παλαιστές κυλιούνταν στο έδαφος) … Dictionary of Greek