κατα-τρίχιος

κατα-τρίχιος

κατα-τρίχιος, haarfein, Hesych. λεπτός.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κατατρίχιος — κατατρίχιος, ον (Α) (κατά τον Ησύχ.) λεπτός σαν τρίχα, πολύ λεπτός. [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + τρίχιος (< θρύξ, τριχός), τ. που απαντά μόνο στο παρόν σύνθ. επίθ.] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”