List of medical roots, suffixes and prefixes — This is a list of roots, suffixes, and prefixes used in medical terminology, their meanings, and their etymology. There are a few rules when using medical roots. Firstly, prefixes and suffixes, primarily in Greek, but also in Latin, have a… … Wikipedia
ημίπεπτος — ἡμίπεπτος, ον (Α) 1. κατά το ήμισυ ώριμος, μισογινωμένος 2. μισοχωνεμένος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ημι + πεπτος < πέσσω, πρβλ. ά πεπτος, εύ πεπτος] … Dictionary of Greek
πέπανα — τὰ, Α (κατά τον Ησύχ.) «πλακούντια». [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται πιθ. είτε για παρεφθαρμένη παράδοση τού τ. πόπανα (πρβλ. πέσσω) είτε για εσφαλμένα παραδεδομένο τύπο] … Dictionary of Greek
πέπτρια — ἡ, Α (κατά τον Ησύχ.) η μαγείρισσα. [ΕΤΥΜΟΛ. < πέσσω «μαλακώνω, χωνεύω» + επίθημα τρια (πρβλ. σκώπ τρια)] … Dictionary of Greek
πευθείς — Α (κατά τον Ησύχ.) «ἑψηθείς». [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. πιθ. αντί του πεφθείς < πέσσω «ψήνω, βράζω»] … Dictionary of Greek
πόπανον — τὸ, Α είδος στρογγυλού γλυκίσματος το οποίο προσφερόταν στους θεούς κατά την τέλεση θυσιών. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. έχει σχηματιστεί από την ετεροιωμένη βαθμίδα ποπ τής ρίζας τού ρ. πέσσω* (< *pekw jo, πρβλ. πεπ τός, πέπ τω) με επίθημα ανον (πρβλ. όργ… … Dictionary of Greek