κατα-πεπαίνω

κατα-πεπαίνω

κατα-πεπαίνω, reisen, zur Reise bringen, Philo.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • καταπεπανθέντων — κατά , ἀπό , ἐπί , ἀντί ἵημι Ja c io aor imperat act 3rd pl κατά , ἀπό , ἐπί , ἀντί ἵημι Ja c io aor part act masc/neut gen pl κατά , ἀπό ἐπανατίθημι lay upon aor part act masc/neut gen pl κατά , ἀπό ἐπανατίθημι lay upon aor imperat act 3rd pl… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταπεπαινόμενος — κατά πεπαίνω ripen pres part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πέπανος — ον, και, κατά τον Ησύχ., πεπανός, όν, ΜΑ ώριμος, τρυφερός, μαλακός αρχ. 1. (κατά τον Ησύχ.) «πεπανός ὁ πολὺν χρόνον ἔχων παρὰ τὸ ὀπτηθῆναι» 2. (το αρσ. συγκριτ.) πεπανώτερος (για πρόσ.) μτφ. αυτός που είναι πιο έμπειρος από κάποιον άλλο. [ΕΤΥΜΟΛ …   Dictionary of Greek

  • ημιπέπανος — ἡμιπέπανος, ον (Α) κατά το ήμισυ ώριμος, μισοωριμασμένος, μισογινωμένος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ημι * + πέπανος «ώριμος» < πεπαίνω «ωριμάζω» με αντίστροφη παραγωγή < πέπων «ώριμος»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”