κυνηδόν

κυνηδόν

κυνηδόν, nach Hundeart; Soph. frg. 646; τὴν σοφίαν σιτήσομαι Ar. Nubb. 483; διαλείχω Equ. 1028; ἐμ φορεῖσϑαι Luc. Tim. 54.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κυνηδόν — (Α) επίρρ. σαν σκυλί, σκυλήσια. [ΕΤΥΜΟΛ. < κύων, κυνός + επιρρμ. κατάλ. ηδόν*] …   Dictionary of Greek

  • κυνηδόν — like a dog indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • CANINA Effigies in capite — symbolum olim Ducis ignavi et vitiis mersi. Non dico illum utilem Canem, vigilem et pastoritium; nec venaticum, et generosum, de quibus infra: sed timidum, impurum, ignavum latratorem, crudelem, exedentem cadavera, cuiusmodi apud Bactrianos… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • -ηδόν — πρόκειται για κατάλ. επιρρημάτων τής Αρχαίας που αποτελεί παρεκτεταμένη με η μορφή τού επιθήματος δον, που σχηματίστηκε με μετακίνηση τών ορίων τού επιθήματος από τύπους τών οποίων το θέμα έληγε σε η : αγελη δόν > αγελ ηδόν. Τόσο το επίθημα… …   Dictionary of Greek

  • κύων — ο, η (AM κύων, κυνός, ό, ή) 1. σκύλος («Τηλέμαχον δὲ περίσσαινον κύνες ὑλακόμωροι», Ομ. Οδ.) 2. (ως υβριστική λέξη) θρασύς, αναιδής και αναίσχυντος σαν τον σκύλο («δᾱερ ἐμεῑο κυνός, κακομηχάνου ὀκρυοέσσης», Ομ. Ιλ.) 3. πιστός σαν τον σκύλο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”