κυνιστί

κυνιστί

κυνιστί, auf hündische Art, hündisch, Posidon. bei Ath. IV, 152 f.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κυνιστί — (Α) επίρρ. σαν σκυλί. [ΕΤΥΜΟΛ. < κύων, κυνός + επιρρμ. κατάλ. ιστί (πρβλ. ιππ ιστί, οκλαδ ιστί)] …   Dictionary of Greek

  • κυνιστί — like a dog indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κύων — ο, η (AM κύων, κυνός, ό, ή) 1. σκύλος («Τηλέμαχον δὲ περίσσαινον κύνες ὑλακόμωροι», Ομ. Οδ.) 2. (ως υβριστική λέξη) θρασύς, αναιδής και αναίσχυντος σαν τον σκύλο («δᾱερ ἐμεῑο κυνός, κακομηχάνου ὀκρυοέσσης», Ομ. Ιλ.) 3. πιστός σαν τον σκύλο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”