- κυκλο-φόρητος
κυκλο-φόρητος, im Kreise bewegt, Paul. Sil. ecphras. 453.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κυκλο-φόρητος, im Kreise bewegt, Paul. Sil. ecphras. 453.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
φανάρι — I Ιστορική συνοικία της Κωνσταντινούπολης, όπου εδρεύει από το 1603 το οικουμενικό πατριαρχείο. Βρίσκεται στη νότια παραλία του Κεράτιου κόλπου και ονομάστηκε έτσι από τον φάρο που υπήρχε στη βασιλική αποβάθρα. Τριγυριζόταν από τείχος, στα ΒΔ του … Dictionary of Greek