κρεμβαλιαστύς

κρεμβαλιαστύς

κρεμβαλιαστύς, ύος, ἡ, steht, das Spielen mit der Klapper, bes. das Taktangeben zum Tanze.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κρεμβαλιαστύς — κρεμβαλιαστύς, ύος, ἡ (Α) η τήρηση τού χρόνου κατά την όρχηση με κρούση τών κροτάλων. [ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. < κρεμβαλιάζω] …   Dictionary of Greek

  • κρεμβαλιαστύν — κρεμβαλιαστύς rattling with castanets fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • -τυς — τυος, Α αρχαϊκό καταληκτικό σύστημα ρηματικών ονομάτων, δηλωτικών τού ποιού ενεργείας συνωνύμων τών θηλ. σε σις (πρβλ. βιβρώσκω: βρω τύς «βρώση», ἀλαόω: ἀλαω τύς «τύφλωση», βοάω: βοη τύς «βοή»). Η κατάληξη ανάγεται στην Ινδοευρωπαϊκή * tu /* tw… …   Dictionary of Greek

  • κραμβαλιαστύς — κραμβαλιαστύς, ύος, ἡ (Α) (κατά τον Ησύχ.) δυνατό γέλιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < κραμβαλίζω «ασωτεύω» κατά τα παρ. τών ρ. σε ιάζω + κατάλ. τύς (πρβλ. ασπασ τύς, γελαστ τύς), πιθ. κατ επίδραση τού κρεμβαλιαστύς «χορός στον ήχο τών κροτάλων» <… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”