κρεμαστός

κρεμαστός

κρεμαστός, hangend, schwebend; κρεμαστὴν τὴν γυναῖκ' ἐςείδομεν Soph. O. R. 1263, wie Ant. 1906, – der Strick zum Erhenken heißt κρεμαστὴ ἀρτάνη O. R. 1266, wie βρόχοι κρεμαστοί Eur. Hipp. 778, – Folgde, κλινίδιον Plut. Pericl. 27. – Im Schiffe sind τὰ κρεμαστά das hangende Geräth, Tauwerk und Segel, Xen. oec. 8, 12, Att. Seew., ἱστία Ath. I, 27 f.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κρεμαστός — hung masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρεμαστός — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 250 μ., 165 κάτ.) της Εύβοιας. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του νησιού, 82 χλμ. Α της Χαλκίδας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κονιστρών του νομού Ευβοίας. * * * ή, ό (AM κρεμαστός, ή, όν) [κρεμάννυμι] 1. αυτός που… …   Dictionary of Greek

  • κρεμαστός — ή, ό αυτός που κρέμεται από κάπου, κρεμασμένος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κρεμαστά — κρεμαστός hung neut nom/voc/acc pl κρεμαστά̱ , κρεμαστός hung fem nom/voc/acc dual κρεμαστά̱ , κρεμαστός hung fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρεμαστῶν — κρεμαστός hung fem gen pl κρεμαστός hung masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρεμαστόν — κρεμαστός hung masc acc sg κρεμαστός hung neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρεμασταῖς — κρεμαστός hung fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρεμασταί — κρεμαστός hung fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρεμαστοῖς — κρεμαστός hung masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρεμαστοί — κρεμαστός hung masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρεμαστοῦ — κρεμαστός hung masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”