- κρατιστίνδην
κρατιστίνδην, mit Auswahl des Besten, Poll. 1, 176.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κρατιστίνδην, mit Auswahl des Besten, Poll. 1, 176.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κρατιστίνδην — (Α) επίρρ. με εκλογή τού καλύτερου, τού ανώτερου. [ΕΤΥΜΟΛ. < κράτιστος + κατάλ. ίνδην (πρβλ. αριστ ίνδην, πλουτ ίνδην)] … Dictionary of Greek
κρατιστίνδην — by choosing the best indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)