νυκτί-φαντος

νυκτί-φαντος

νυκτί-φαντος, bei Nacht erscheinend, nächtlich, Eur. Hel. 576.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • τηλέφαντος — και τηλέφατος και τηλεσίφαντος, ον, Α ο τηλεφανής*, αυτός που φαίνεται από μακριά. [ΕΤΥΜΟΛ. < τηλ(ε) * + φαντος / φατος (< φαίνω), πρβλ. νυκτί φαντος, ὑπέρ φατος. Ο τ. τηλεσί φαντος αναλογικά προς τα σύνθ. με α΄ συνθετικό σε σι (πρβλ.… …   Dictionary of Greek

  • πολύφαντος — ον, Α περίοπτος, περίβλεπτος. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + φαντός (< φαίνω), πρβλ. νυκτί φαντος] …   Dictionary of Greek

  • νυκτίφαντος — νυκτίφαντος, ον (Α) 1. αυτός που εμφανίζεται τη νύχτα («νυκτίφαντα φάσματα», Αισχύλ.) 2. νυχτερινός. [ΕΤΥΜΟΛ. < νυκτι (βλ. ετυμολ. λ. νύχτα) + φαντος (< φαίνω), πρβλ. ονειρό φαντος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”