- βριαρότης
βριαρότης, ητος, ἡ, die Stärke, Eust.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
βριαρότης, ητος, ἡ, die Stärke, Eust.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
βριαρότης — βριαρότης, η (Μ) [βριαρός] στιβαρότητα, δύναμη … Dictionary of Greek
βριαρότητα — βριαρότης strength fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)