ψηφο-παίκτης

ψηφο-παίκτης

ψηφο-παίκτης, , der mit Steinchen od. Würfeln spielt, ein Taschenspieler, der Steinchen u. vgl. vor den Zuschauern unvermerkt verschwinden läßt, vertauscht, u. sonst vgl. macht; Eudox. com. bei Poll. 7, 201; Alciphr. 3, 20; Senec. epist. 45.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • τροχοπαικτώ — έω, Α 1. παίζω χρησιμοποιώντας τροχούς 2. (για ακροβάτες και ταχυδακτυλουργούς) κάνω θαυμαστές πράξεις, κυρίως μιμούμενος την κίνηση τών τροχών. [ΕΤΥΜΟΛ. < τροχός + παικτῶ (< παίκτης < παίκτης < παίζω), πρβλ. σφαιρο παικτώ, ψηφο… …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”