- ψευδ-άνωρ
ψευδ-άνωρ, ορος, der unächte Mann, der fälschlich für einen Mann Gehaltene, ohne es zu sein, Διόνυσος Polyaen. 4, 18, 1.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ψευδ-άνωρ, ορος, der unächte Mann, der fälschlich für einen Mann Gehaltene, ohne es zu sein, Διόνυσος Polyaen. 4, 18, 1.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πειθάνωρ — ορος, ὁ, ἡ, Α (ποιητ. τ.) ο πειθόμενος, ο ευπειθής στους άνδρες, ο υπάκουος («τὸν δὲ μὴ πειθάνορα ζεύξω βαρείαις», Αισχύλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. πειθ τού πείθω + άνωρ (< ἀνήρ), πρβλ. ψευδ άνωρ] … Dictionary of Greek
ψευδάνωρ — ορος, ὁ, Α (ως προσωνυμία τού Διονύσου) αυτός που θεωρείται άνδρας χωρίς να είναι. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο) * + άνωρ (< ἀνήρ), πρβλ. πολυ άνωρ] … Dictionary of Greek